Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΕΜΠΡΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΝ ΙΗΣΟΥΝ


Ἡ Παναγία Μητέρα ἔβαινε τὸ πεντηκοστὸν ἔτος τῆς ἠλικίας της. Μέσα σ᾿ αὐτὰ τὰ χρόνια εἶδαν τὰ μάτια της κι ἄκουσαν τὰ αὐτιά της θαυμαστὰ γεγονότα. Ἄλλα μὲν τῆς ἐχάρισαν ἀνεκλάλητον χαρὰν κι ἄλλα ἱερὰν συγκίνησιν. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐφύλαγε ἡ Θεοτόκος εἰς τὴν ψυχήν της ὡς μαργαριτάρια, ὅπως εἴδαμε εἰς τὰ προηγούμενα κεφάλαια. Δὲν θὰ ἠμποροῦσε ὅμως νὰ σκεφθῆ ποτὲ ἡ Παρθενομήτωρ, ὅτι ἡ μοχθηρία καὶ ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων θὰ ἔφθανε σὲ τέτοιο σημεῖον, ὥστε νὰ ὁδηγήσουν τὸν μονογενῆ της Υἱὸν -ὁ ὁποῖος τόσον πολὺ τοὺς εἶχε εὐεργετήσει- εἰς τὸν ἀτιμωτικὸν σταυρικὸν θάνατον.
Ὁ Γέρων προφήτης Συμεών, ὅταν κατὰ τὸν σαραντισμὸν ἐδέχθη τὸν μικρὸν Ἰησοῦν εἰς τὰ χέρια του εἶπεν εἰς τὴν Παναγίαν Μητέρα του ὅτι «καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία» (Λουκ. β´ 35).
Δηλαδή: Καὶ τὴν ἰδικήν σου τὴν καρδιὰ θὰ τὴν διαπεράσῃ μεγάλη καὶ ὀδυνηρὴ μάχαιρα θλίψεως καὶ πόνου. Καὶ νά ποὺ ἡ προφητεία ἐπαληθεύεται καὶ ἡ Πάναγνος Μητέρα εὑρίσκεται μπροστὰ εἰς τὸν ἐσταυρωμένον Ἰησοῦν. Πῶς ὅμως ἦτο δυνατὸν νὰ φαντασθῆ ποτὲ ὅτι ἡ ρομφαία ἡ ὁποία θὰ διαπερνοῦσε τὴν καρδιά της, θὰ ἦτο αὐτό, ποὺ ἔβλεπε τώρα μπροστά της;
Νά ἦτο ἡ ἀπειλὴ τοῦ θηριώδους Ἡρώδου, ἐπὶ τέλους. Νὰ ἦτο ὁ φθόνος καὶ ἡ συκοφαντία τῶν μοχθηρῶν ἀρχόντων, καὶ αὐτὸ τὸ καταλάβαινε. Ἀλλὰ τὸ θέαμα αὐτὸ τὸ φρικτόν, τὴν τραγωδίαν αὐτήν, τὴν ἀδιανόητον, πῶς ἠμποροῦσε νὰ τὴν περιμένη; Πῶς ἔγινε αὐτό;
Κατὰ τὴν εἴσοδον τοῦ Κυρίου εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, οἱ μυριάδες τοῦ λαοῦ ὑπεδέχοντο τὸν Υἱόν της ὡς Βασιλέα καὶ τὸν ἐζητωκραύγαζον μὲ τὸ «ὡσαννὰ ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ», καὶ τώρα, λίγες ἡμέρες ἀργότερα ἀπὸ τὴν μεγάλην ὑποδοχήν, τὸν βλέπει καρφωμένον ἐπάνω εἰς τὸν Σταυρόν! Εὐτυχισμένη Μητέρα προχθές. Πονεμένη καὶ βαθειὰ θλιμένη Μητέρα σήμερα. Τί θλῖψι, ἀλήθεια! Ποία δοκιμασία ἀνείπωτη διὰ τὴν ἁγίαν αὐτὴν Μητέρα! Νὰ βλέπη τὸν λατρευτὸν Υἱόν της ἐπάνω εἰς τὸν Σταυρόν! Νὰ ἀντικρύζη τὸν γλυκύτατον Ἰησοῦν της, τὸν ἀναμάρτητον, τὸν πανάγιον, τὸν εὐεργέτην, τὸν Σωτῆρα ἀνάμεσα εἰς δυὸ ληστάς!
Ποῖος θὰ τὸ ἐπερίμενε; Ἡ τιμημένη Μητέρα τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποίαν ἄγγελοι καὶ προφῆται καὶ ἄνθρωποι εὐσεβεῖς ἐκαλοῦσαν κεχαριτωμένην καὶ μακαρίαν, ὑπῆρξε συγχρόνως καὶ ἡ πλέον πικραμένη, ἡ πλέον θλιμμένη, ἡ πλέον πονεμένη Μητέρα! Μαζί με τοὺς ἄλλους ὑπέροχους καὶ αἰωνίους τίτλους ἀρετῆς τοῦ μεγαλείου ποὺ ἐπῆρε, ἔλαβε καὶ αὐτὴν τὴν ὀνομασίαν ποὺ τὴν αἰσθάνθησαν βαθειὰ οἱ ἄνθρωποι καὶ τὴν ὕμνησαν οἱ ποιηταὶ καὶ τὴν ἐκαλλιτέχνησαν μὲ τὴν μεγάλην τέχνην τους οἱ καλλιτέχναι, τὴν ὀνομασίαν Βασίλισσα τοῦ πόνου. Ἡ Μητέρα τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ Βασίλισσα τοῦ πόνου! Δὲν εἶναι ἐκπληκτικό;
Ἀλλὰ διατί ἡ ἀπορία; Ἐφ᾿ ὅσον ὁ Υἱός της, ὁ μέγας Θεὸς καὶ Σωτήρ, ἐπέρασεν ὡς ἄνθρωπος καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν δρόμον, πῶς νὰ μὴ τὸν περάσῃ καὶ ἡ Παναγία Μητέρα του: Ἀφοῦ Ἐκεῖνος ὑπῆρξε μὲ τὸν σταυρικὸν θάνατον ὁ κατ᾿ ἐξοχὴν Βασιλεὺς τοῦ πόνου, πῶς καὶ ἡ Πανάχραντος, ποὺ ἔβλεπε τὸν γλυκύτατον Υἱόν της νὰ ὀδυνᾶται ἐπάνω εἰς τὸν σταυρὸν νὰ μὴν εἶναι ἡ Βασίλισσα τοῦ πόνου;
Ἀπὸ τὸ μεγάλο κακούργημα τῶν Γραμματέων καὶ τῶν Φαρισαίων ἡ γῆ ἔφριξε, σεισμὸς συνεκλόνισε τὸ πᾶν, βράχοι ἐσχίσθησαν, μνήματα ἄνοιξαν, ὄρη ἐσαλεύθησαν, ὅλα αὐτὰ μαρτυροῦσαν τὴν συμμετοχὴν καὶ αὐτῆς τῆς ἀψύχου φύσεως κατὰ τὴν φοβερὰν ἐκείνην ὥραν. Ἀλλὰ ποιὸς ἠμπορεῖ νὰ περιγράψη τὰ αἰσθήματα ποὺ συνεκλόνιζαν τὴν καρδιὰν τῆς Παναγίας μας, ἐμπρὸς εἰς τὸ φρικτὸν δράμα τῆς Σταυρώσεως; Ὁ Υἱός της ὁ ἀγαπητὸς τὸν ὁποῖον εἶχε μεγαλώσει καὶ ἀναθρέψει μὲ τόσην στοργήν, «ὁ ὡραῖος κάλλει παρὰ πάντας τοὺς θνητούς», αὐτὸς ποὺ εἶχε περάσει τὴν ζωήν του «εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος», τώρα κρέμεται χλωμὸς καὶ καταματωμένος ἐπάνω εἰς τὸν Σταυρόν!
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ ὁποῖος δὲν ἀπεχωρίσθη τὸν Ἰησοῦν οὐδὲ στιγμὴν γράφει: «εἰστήκεισαν δὲ παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή». (Ἰωάν. ιθ´ 25).

Καὶ οἱ Μαθηταὶ τοῦ Ἰησοῦ ποῦ ἦσαν; Τὰ πλήθη ποὺ ἄκουαν μὲ τόσην προσοχὴν τὴν διδασκαλίαν του; Καὶ οἱ τυφλοὶ ποὺ ἀνέβλεψαν καὶ οἱ λεπροὶ ποὺ ἐκαθαρίσθησαν καὶ οἱ δαιμονιζόμενοι ποὺ ἐλευθερώθησαν καὶ οἱ ἄρρωστοι ποὺ ἐθεραπεύθησαν; Δὲν ὑπάρχει ἀπ᾿ αὐτοὺς κανένας κοντά του!...
«...εἰστήκεισαν δὲ πάντες οἱ γνωστοὶ αὐτοῦ ἀπὸ μακρόθεν» (Λουκ. κγ´ 49). Μὰ καλὰ οἱ ξένοι. Οἱ δικοί του; Τὸν ἔχουν ἐγκαταλείψει ὅλοι!... Καὶ ὁ Πέτρος ποὺ ὠρκίζετο ὅτι καὶ ἂν ὅλοι τὸν ἀφήσουν, αὐτὸς δὲν θὰ τὸν ἀρνηθῆ ποτέ... Καὶ ὁ Θωμᾶς ποὺ πρὸ ὀλίγου ἔλεγε: Πᾶμε νὰ ἀποθάνουμε καὶ μεῖς μαζί του! Ἡ ἀγάπη τους πρὸς τὸν Ἰησοῦν ἦτο μικρότερα ἀπὸ τὸν φόβον τῶν στρατιωτῶν καὶ τῶν Φαρισαίων... Καὶ τὸν ἄφησαν μόνον, τὴν ὥραν ἀκριβῶς ποὺ ἐχρειάζετο νὰ εἶναι ὅλοι κοντά του. Πόσον ὀδυνηρὸν ἦτο αὐτὸ διὰ τὸν Ἰησοῦν!
Ἀλλὰ μήπως ἦτο ὀλιγώτερον καὶ διὰ τὴν Παναγίαν; Πονάει ἡ καρδιὰ τῆς Μητέρας. Σπαράζεται ἡ ψυχή της εἰς τὸ θέαμα ποὺ προβάλλει μπροστά της. Πλήθη ἐχθρικὰ γύρω της ὀνειδίζουν, βλασφημοῦν, καταρῶνται καὶ ἐξευτελίζουν τὸν Ἰησοῦν της. Ποῖον ἄλλο μαρτύριον φοβερώτερον καὶ ὀδυνηρότερον ἀπὸ αὐτὸ ἠμποροῦσε νὰ ὑπάρξη διὰ τὴν Παναγίαν Μητέρα; Νὰ στέκει ἐκεῖ καὶ νὰ βλέπη τὸν Υἱόν της νὰ σπαράζη ἐπάνω εἰς τὸν Σταυρὸν καὶ αὐτὴ ἡ Μητέρα του νὰ μὴ μπορῆ νὰ τοῦ κάμνῃ τίποτε!... Ν᾿ ἀκούη τὸν Ἰησοῦν της νὰ κράζη μέσα ἀπὸ τὰ φλεγόμενα σπλάγχνα του «διψῶ» καὶ αὐτὴ νὰ μὴ μπορῇ νὰ τοῦ δώσῃ λίγες σταγόνες νερό, διὰ νὰ τὸν δροσίσῃ, διὰ νὰ τοῦ λιγοστέψη τὴν δίψα!
Τὸ αἷμα τρέχει ἀδιάκοπα ἀπὸ τὸ κεφάλι, ἀπὸ τὰ χέρια, ἀπὸ τὰ πόδια τοῦ Κυρίου. Καὶ αὐτὴ νὰ μὴ μπορῆ νὰ σπογγίση τὸ πρόσωπόν του, καὶ εἰς τὴν φοβερὴν ἀπομόνωσίν του νὰ τὸν πλησίαση καὶ νὰ τοῦ πῆ λίγα λόγια μητρικῆς ἀγάπης.
Τὸ Φῶς τῆς ζωῆς της, ὁ γλυκύτατος Ἰησοῦς, ποὺ ἀνέτειλεν ὡς ἥλιος εἰς τοὺς βυθισμένους εἰς τὰ σκοτάδια τῆς πλάνης καὶ τῆς ἁμαρτίας, τώρα ἀφήνει τὴν τελευταίαν τοῦ πνοήν. Πόνος βαθύς, πελώριος, σπαρακτικὸς συγκλονίζει τὴν Πανάχραντον Μητέρα, ρομφαῖες ὀδυνηρὲς τρυποῦν καὶ ξεσχίζουν τὴν καρδιάν της.
Ἐπόνεσαν κι ἄλλες μητέρες. Εἶδαν κι αὐτὲς τὰ παιδιά τους νὰ δοκιμάζουν θλίψεις καὶ βάσανα μεγάλα. Εἶχαν ὅμως τὴν δυνατότητα νὰ τοὺς δώσουν κάποια παρηγοριά, νὰ τοὺς ἐκδηλώσουν τὴν μητρικήν τους τρυφερότητα. Καμιὰ ὅμως μητέρα δὲν εὑρέθη εἰς τὴν θέσιν τῆς Παναγίας νὰ βλέπη τὸν Ἀθῷον νὰ πάσχη, τὸν Ἁγιώτατον νὰ σταυρώνεται, τὸν Ἄδολον νὰ καθυβρίζεται, καὶ αὐτὴ ὄχι μόνον νὰ μὴ μπορῆ νὰ τὸν ὑπερασπίση, ἀλλὰ οὔτε καὶ μίαν λέξιν στοργῆς καὶ ἀγάπης νὰ τοῦ πῆ.
Θεέ μου, ποιός μπορεῖ νὰ περιγράψη τὸν πόνον ποὺ ἐδοκίμαζε εἰς τὴν εὐαίσθητον, εἰς τὴν ἁγίαν καρδίαν της ἡ Παναγία μας; Ἡ ὀδύνη τῆς Παναγίας Μητέρας εἶναι τόσον βαθειά, τόσον μεγάλη, τόσον ἀνθρωπίνω! Συνεκίνησε καὶ θὰ συγκινῆ κάθε καρδιὰ ἀνθρώπου μέχρι συντέλειας τῶν αἰώνων.
Τὰ εἰς τὴν Παναγίαν ἀποδιδόμενα ἐγκώμια τοῦ Υἱοῦ της τὰ ὁποῖα ψάλλονται κατὰ τὸν ἄρθρον τοῦ Μ. Σαββάτου, ποίημα Ἀρσενίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (13 αἰών) ἤ, κατ᾿ ἄλλους, Ἀρσενίου Κερκύρας (9ος αἰών) εἶναι συγκλονιστικά.
Ἀπὸ τὴν πρώτην στάσιν:
- Οἶμοι, (=ἀλλοίμονον εἰς ἐμὲ) φῶς τοῦ κόσμου! οἴμοι, φῶς τὸ ἐμόν! Ἰησοῦ μου ποθεινότατε, ἔκραζεν ἡ παρθένος θρηνῳδοῦσα γοερῶς.
- Τίς μοι δώσει ὕδωρ καὶ δακρύων πηγάς; ἡ θεόνυμφος παρθένος ἐκραύγαζεν, ἵνα κλαύσω τὸν γλυκύν μου Ἰησοῦν.
Ἀπὸ τὴν δευτέραν στάσιν:
- Μόνη γυναικῶν χωρὶς πόνων ἔτεκόν σε, (=σὲ ἐγέννησα), τέκνον, πόνους δὲ νῦν φέρω πάθει τῷ σῷ ἀφορήτους, (=ἀβαστάχτους πόνους) ἔλεγεν ἡ σεμνή.
- Φεῦ! (=ἀλλοίμονον) Τοῦ Συμεὼν ἐκτετέλεσται (=ἐξεπληρώθη) ἡ προφητεία- ἡ γὰρ σὴ ρομφαία διέδραμε (=διεπέρασε) τὴν ἐμὴν καρδίαν, Ἐμμανουήλ.
Ἀπὸ τὴν τρίτην στάσιν:
- Ὦ γλυκύ μου ἔαρ, (=ἄνοιξις), γλυκύτατόν μου τέκνον, ποῦ ἔδυ (=ποῦ ἔχαθη) σου τὸ κάλλος;
- Δοξάζω σου, υἱέ μου, τὴν ἄκραν εὐσπλαγχνίαν, ἧς χάριν (=χάριν τῆς ὁποίας) ταῦτα πάσχεις.
Ὁ πόνος τῆς Παναγίας εἶχε κάτι τὸ ξεχωριστόν. Δὲν ἦτο μόνον ὁ πόνος ποὺ ἔνοιωθε ὡς μητέρα διὰ τὸ γλυκύτατόν της τέκνον, τὸ ὁποῖον, ἔβλεπε καρφωμένον ἐπάνω εἰς τὸν Σταυρόν.
Ἐπονοῦσε καὶ διὰ τὸ κατάντημα τῶν ἀνθρώπων, διὰ τὴν τρομερὰν ἀδικίαν, τὴν ὁποίαν διέπραξαν οἱ μοχθηροὶ Ἰουδαῖοι εἰς τὸν Σωτῆρα τους. Μὲ θλῖψιν μεγάλην τοὺς ἔβλεπε νὰ βυθίζονται εἰς τὰ πυκνὰ σκοτάδια, νὰ γίνονται ὄργανα τοῦ διαβόλου. Ἡ μεγάλη, ὅμως, ἀγάπη τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ τοὺς συγχωρεῖ ἐπάνω ἀπὸ τὸν Σταυρόν.
Ἡ ἀγάπη του αὐτή, καθὼς καὶ ἡ ἀγάπη τῆς Παναγίας μας ποὺ ἔδειξε εἰς ὅλην της τὴν ζωήν, ἂς γίνῃ δι᾿ ὅλους ἐμᾶς τοὺς χριστιανοὺς ἀστέρι ποὺ θὰ φωτίζῃ καὶ θὰ καθοδηγῇ τὴν ζωήν μας καὶ θὰ μᾶς προφυλάσση ἀπὸ τὰ μίση καὶ τὶς κακίες, διὰ νὰ κερδίσωμε τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου